Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2019

Τον διανοούμενο κι αν πλένεις!

Μιλάνε όλοι, μιλάν κι οι κώλοι, λέει μια παροιμία. Μιλάει κι ο Κόλλας, θα πρόσθετα για να 'μαι ασορτί. Τώρα, πού και πού, μιλάει κι ο Φώτης ο Τερζάκης και λέει διάφορα. Το Φώτη τον Τερζάκη είναι καλό να τον διαβάζεις. Ακόμα κι όταν γράφει μαλακίες, δε γράφει μόνο μαλακίες και μαθαίνεις πολλά από τις αναλύσεις του. Προσωπικά, έχω στο αρχείο μου αρκετά άρθρα του Τερζάκη κι ούτε χαίρομαι κι ούτε στεναχωριέμαι για τούτο, απλά μαζεύτηκαν με τα χρόνια των αναγνώσεων. Του Τερζάκη δεν του λείπει η καλλιέργεια, ούτε η αριστεροφροσύνη (αν το θεωρεί κανείς τούτο προσόν), αλλά θα 'ταν καλό να του 'λειπε, πού και πού, η φτηνή προκατάληψη ενός κοινού μαλάκα, όπως σε τούτο το άρθρο του, το οποίο θα σχολιάσουμε κατά σημεία. Το άρθρο βαστά από το '11, μα ξεθάφτηκε από κάποιους και κυκλοφόρησε εκ νέου, εξαιτίας της πρόσφατης αντικαπνιστικής αναζωπύρωσης, ήτις αφύπνισε το παραδοσιακό εμφυλιοπολεμικό πνεύμα ημών, απ' το οποίο ουδείς Έλλην αλώβητος και άκαπνος. Αναρτήθηκε άστοχα ως υψηλότερης ποιότητας και βαθύτητας ανάλυση, αλλά η ουσία του είναι πέντε γραμμές και τ' άλλα φλυαρίες - όπως, δηλαδή, γράφω κι εγώ. Σε σχέση πάντως με τη γενικότερη τρικυμία, η οποία ταλανίζει τον «τοίχο» του καθενός (και το κρανίο) ο Τερζάκης διαβάζεται με περισσότερο ενδιαφέρον.

Γενικά - κι ας λέω εγώ τα καυτερά μου - δεν πρόκειται γι' άσχημο άρθρο, μα ούτε και τίποτα πολύ της προκοπής. Μοιάζει βασικά με το καταπράσινο, γυαλιστερό μήλο που ξεδιαλέγεις στο μανάβικο, μα σαν κάνεις να το περιστρέψεις, βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια τεράστια, ξετσίπωτη σαπίλα. Δεν είναι κακό άρθρο, ως προς τις συναρτήσεις και τις εξαρτήσεις τις οποίες παλεύει να διαυγάσει, αλλά είναι χείριστο ως προς τη συναισθηματική του φόρτιση και προκατάληψη. Από τη μία, δηλαδή, οι τερζάκειοι συνειρμοί - ακόμα κι όταν είναι τραβηγμένοι απ' τ' αυτιά - σε προκαλούν να σκεφτείς, να πονηρεύεσαι, να μην είσαι χάπατο και της κλωτσιάς κι ως εκ τούτου δε φεύγεις χαμένος από τις αναγνώσεις του, ακόμα-ακόμα κι αν σου ξινοπέφτουνε. Μ' από την άλλη, για το συγκεκριμένο άρθρο συμβαίνει και το παρακάτω : αν ο Τερζάκης ήταν σεφ, τα μακαρόνια με τη σάλτσα θα τά 'φτιανε ώστε ν' αντιστοιχεί ένα μακαρόνι σε 300 γραμμάρια πελτέ. Πιάνει το αντικαπνιστικό ζήτημα κι απο 'δω το φέρνει, από 'κει το φέρνει, το ανάγει σε επέλαση τέταρτου Ράιχ, τους καπνιστές σε θύματα ολοκαυτώματος και τους αντικαπνιστές (Αντίκα) σε ρινόκερους του Ιονέσκο. Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα, για σύνελθε λιγάκι! Γράφει να 'ούμε :

« Η νομοθετική απαγόρευση του καπνίσματος «δημοσίως» ξεκίνησε από τις αγγλοσαξωνικές χώρες (ΗΠΑ, Βρετανία, Αυστραλία) και τη Σκανδιναβία, εκεί ακριβώς που οι ασφαλιστικές πολιτικές ενεπλάκησαν νωρίς με ευγονικές αντιλήψεις και δράσεις (περίπτωση Σκανδιναβίας) ή το σύστημα της ασφάλισης-περίθαλψης εκχωρήθηκε ολοκληρωτικά στην κερδοσκοπία του ιδιωτικού τομέα (περίπτωση ΗΠΑ). »

προσπαθώντας να εκβιάσει αποδείξεις από εικασίες και απλές ενδείξεις, οι οποίες θα μπορούσε να είναι και συμπτώσεις ή παράλληλες πορείες, κι όχι θεμελιώνοντας επιχειρήματα σε στέρεο έδαφος και σε κατάλληλες παραπομπές για οικονομία χώρου. Ο Τερζάκης κάνει αυτό που κάνουμε οι περισσότεροι : εκμεταλλεύεται ένα αφηρημένο αίσθημα, ένα ψυχανέμισμα του πούτσου, μια συνεπαγωγή αντίς μια ισοδυναμία, προκειμένου να δημιουργήσει τις εντυπώσεις που τόνε συμφέρουν και τον δικαιώνουν. Αφού η νομοθετική απαγόρευση ξεκίνησε από τις προαναφερθείσες χώρες και χάριν των ταπεινών λόγων που μας αραδιάζει, άρα δε θα μπορούσε να υπήρχαν άλλες (ή και άλλες) αντικειμενικές ή κοινωνικές αιτίες οι οποίες θα μπορούσαν πιθανότατα να οδηγήσουν στην απαγόρευση - ή θα μπορούσαν κάλλιστα να οδηγήσουν ένα άλλο κράτος και μια άλλη κοινωνία στη λήψη αντίστοιχων μέτρων. Είναι το ίδιο σα να λέμε πως το κακάο παράγεται σε χώρες με κλίμα τροπικό άρα όποιος τρώει σοκολάτα θα πρέπει να ζεσταίνεται. Ή πάλι, αφού οι ναζί ανασαίναν απ' τη μύτη, θα πρέπει εμείς να ρουφάμε από το στόμα, ώστε να μη μας πάρουν για ναζήδες. Προσωπικά, δε μ' ενδιαφέρει εδώ αν ο συντάκτης έχει δίκιο ή άδικο. Μ' ενδιαφέρει η σαθρότητα της επιχειρηματολογίας του.

Έτσι και προτού συνεχίσει το θάψιμο, ας προειδοποιήσουμε (ποιοι ακριβώς; ένας είμαι!) πως σε καμία περίπτωση δεν αρνούμαστε τις πολιτικές σκοπιμότητες και προεκτάσεις που πιθανότατα κρύβονται πίσω από κάθε νομοθετική κίνηση, την κρατική ανοργανωσιά και την «άρπα-κόλλα» στις περισσότερες νομοθετικές εφαρμογές, τις φορολογικές αρπαχτές με κάθε ευκαιρία, ούτε φυσικά αρνούμαστε τις παγκοσμιοποιημένες στρατηγικές διαχείρησης πληθυσμών και πόρων. Κι ούτε πιστεύουμε - όπως πολλοί φυσικά έθιξαν - στις αγαθές προθέσεις κανενός κράτους, πως χέστηκε δηλαδή η φοράδα στ' αλώνι για την προσωπική υγεία κανενός μας. Ούτε ακόμη παραγνωρίζουμε την κακεντρεχή λύσσα μερίδας αντικαπνιστών, η οποία πνέει μένεα άμα δει αναπτήρα και τσιγαρίζει κουκλάκια βουντού με DNA από τασάκια καπνιστών. Μα τον Τερζάκη δεν τον χωρούν οι ταπεινότητες. Άμα τανύζεται, το πνεύμα του απλώνεται σε διαστάσεις επικές και η κοινωνική ανάλυση τού ξεχειλίζει απ' τα μπατζάκια - ακόμα και τώρα που χειμώνιασε και δε φοράει πια βερμούδες. Ο Τερζάκης είναι στοχαστής πολλά βαρύς και τα λέει σταράτα, όπως τα μίλαγε κάποτε ο Μπογιόπουλος, αλλά μετά τον βαρεθήκαμε γιατ' ήταν φαφλατάς. Ο Φώτης είν' αητός της γης σφύραινα στο δρεπάνι, με Μαρξ κόβει το μάτι του και μ' Αγκαμπέν συρράπτει. Κι ωστόσο δεν παύει να 'χει γεννητικά όργανα - όπως όλοι μας. Έτσι, σα βρίσκει ευκαιρία προβαίνει κι αυτός σε μαυλιστικές χειρομαλάξεις - όπως όλοι μας.

Γράφει, λοιπόν, αλλού :

« Σε ό,τι αφορά την προσπάθεια εφαρμογής το νέου ––τρίτου κατά σειράν, αν δεν απατώμαι–– και πολύ αυστηρότερου αντικαπνιστικού νόμου στην Ελλάδα, υπήρξαν, σε αντίθεση με την άκρως ανησυχητική παθητικότητα των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών, αξιοσημείωτες αντιδράσεις. »

όπου είναι καταφανές πως δε μιλάει ο ίδιος Τερζάκης, παρά το λόγο έχει πάρει πλέον το πουλί του. Κατά πως φαίνεται, αν κανείς δεν αντιδρά με ζήλο και πείσμα στους απανταχού αντικαπνιστικούς νόμους είναι υπόλογος «ανησυχητικής παθητικότητας» και σε καμία περίπτωση συνειδητοποιημένος πολίτης απέναντι σ' ένα μέτρο που θεωρεί αποδεκτό κι ευνόητο. Αν δεν αντιδράς γιατί σου το λέει ο Τερζάκης - ή γιατί δεν καταλαβαίνεις τα ίδια που καταλαβαίνει ο Τερζάκης - είσαι χάπατο και συνένοχος του «συστήματος της παγκόσμιοποιημένης βιοεξουσίας». Εκφράσεις βαρύγδουπες και φανφάρες μπαλαντέρ ώστε να κάμουν πολύ θόρυβο, σ' όποιο τραπέζι κι αν τις πετάξει κανείς. Ο Τερζάκης νομίζει πως είναι ο Νεύτων της Κοινωνιολογίας, μόνο αυτός αντιλαμβάνεται τις λεπτές κοινωνικο-πολιτικές συναρτήσεις. Οι υπόλοιποι δεν πέρνουμε πρέφα, είμαστε κοινοί ροφοί και συναγρίδες, είναι η γλαύκα κι είμαστε οι μπούφοι, είναι γερμανικός ποιμενικός κι είμαστε μπάσταρδα του δρόμου. Πού ακριβώς έγκειται η μαλακία; Ο Τερζάκης δεν υποστηρίζει πως είναι ανησυχητικό να μην αντιστέκεται κανείς στις παγκοσμιοποιημένες ελίτ - κάτι που τ' αντιλαμβάνεται και η κουτσή Μαρία - αλλά πως όποιος δεν αντιστέκεται στον αντικαπνιστικό νόμο συνεπάγεται πως δείχνει παθητικότητα απέναντι στις παγκοσμιοποιημένες ελίτ. Άλλος έχει πάθει εγκεφαλικό (εγώ), άλλος λέει ασυναρτησίες!

Το πρόβλημα στην επιχειρηματολογία της παραγράφου, απ' όπου και το προηγούμενο απόσπασμα, δεν κρύβεται στην παράθεση των επιμέρους γεγονότων, τα περισσότερα εκ των οποίων μοιάζουν σωστά, αλλά στην εκβιασμένη συνάρτηση, ώστε να γίνει ντόρος. Στην ικανότητα ετούτη, οι αριστεροί πραγματικά δεν παίζονται. Είναι γεγονός πως η παραγωγή οποιουδήποτε νομοθετικού προϊόντος, ακόμη κι αφετηριακά αγνού, οδηγεί χοντρικά σε διττή συμμόρφωση : σε ανθρώπους σύμμορφους προς το πνεύμα του νομοθετήματος και άλλους σύμμορφους προς το κέρδος (π.χ. κέρδος είναι κι η συμμόρφωση προς αποφυγή τιμωρίας). Από την πλευρά, τώρα, του στενά νοούμενου οικονομικού κέρδους, οι άνθρωποι χωρίζονται σ' εκείνους που αποζητούν το κέρδος εντός των νομικών πλαισίων κι άλλοι που στοχεύουν σε όφελος από την καταπάτησή τους. Ετούτες οι συνέπειες είναι αναπόφευκτες όσο αναπόφευκτη είναι η πορδή από το Milko. Αν, για παράδειγμα, είναι θεμελιώδης ασφαλιστική κατάκτηση η επιδότηση των ανθρώπων με αναπηρίες, ωστόσο θα υπάρχουν πάντοτε εκείνοι που θα το εκμεταλλεύονται με ψεύδη και μηχανορραφίες. Είναι τούτο επιχείρημα πως οι ασφαλιστικοί νόμοι, τελικά, προωθούνται από τους πονηράκηδες κι όχι από τις αντικειμενικές συνθήκες; Μα τούτο ακριβώς μας λέει ο Τερζάκης : αν ο αντικαπνιστικός νόμος είναι σύμφωνος με τα συμφέρονται των ασφαλιστικών εταιριών (ή άλλων) τούτο είναι κι απόδειξη συνάρτησης, όταν τούτο δεν είναι παρά απλή ένδειξη και αρχή εικασίας. Αλλά ακόμη κι αν ετούτο συμβαίνει πράγματι, οφείλουμε παρόλα αυτά να εξετάσουμε μήπως τα οφέλη για την κοινωνία είναι τελικά πολύ μεγαλύτερα, ασχέτως αν παράπλευρα οφελούνται και άλλοι, πονηράκηδες ή μη. Μου είναι αδιάφορο αν η ασφαλιστική επιχείρηση προάγει τη δημόσια υγεία για να γλιτώσει κερατιάτικα. Εκείνο που μ' ενδιαφέρει, πρωτίστως, είναι να να μην κάνει την πάπια, κάθε που είναι χρέος της να πλερώσει. Αν η τακτική ετούτη οφελεί συνάμα και τη δημόσια υγεία, πραγματικά και όχι για τους τύπους, είναι ένα κέρδος παραπάνω. Ωστόσο, ακόμη κι αν αφήσουμε την πλάκα και δεχτούμε (που το δεχόμαστε) πως, πράγματι, τα παγκοσμιοποιημένα κέντρα εξουσίας διαχειρίζονται τις ανθρώπινες μάζες με τακτικές ολοκληρωτισμού και βιομηχανίας, ακόμη κι έτσι, τούτο δε μας λέει σε καμία περίπτωση γιατί ο αντικαπνιστικός νόμος δε μπορεί να είναι αληθινά ωφέλιμος, ασχέτως δηλαδή με τις ατζέντες που τον προωθούν. Ο αρθρογράφος προτιμά να θολώσει με βερμπαλισμούς, παρά να διαυγάσει με γλώσσα καθαρή.

Στην παράγραφο που ακολουθεί, ο Τερζάκης φανερώνει τελικά το αληθινό του πρόσωπο, το οποίο δεν είναι εκείνο του κουλτουριάρη στοχαστή με τη βαθιά αναλυτική ικανότητα, αλλά εκείνο του κοινού χαιρέκακου και του μικρόψυχου ανθρωπάκου :

« Δεκαετίες τώρα οι εκλαϊκευτικοί δίαυλοι τής επιστήμης μάς βομβαρδίζουν με ανατριχιαστικές αναφορές για ολέθριες επιπτώσεις του καπνού στην υγεία, και συναγωνίζονται σε μελοδραματικότητα ειδικά όσον αφορά τη μοίρα των αθώων εκείνων θυμάτων, των «παθητικών καπνιστών» – και είναι αναμενόμενο οι άνθρωποι να επηρεάζονται. »

όπου ο γραφιάς του ποδαριού αστειεύεται με πράγματα, που δε θα 'πρεπε ν' αστειεύεται, τουλάχιστον ως άνθρωπος που επιχειρεί να γράψει ένα άρθρο της προκοπής κι όχι επιθεώρηση στο Δελφινάριο. Γιατί ακόμα κι ένας μονάχα θάνατος αρκεί! Ακόμα κι αν ένας μονάχα θάνατος επερχόταν ως συνέπεια παθητικού καπνίσματος κι όχι παράπλευρης αιτιολογίας, ακόμα κι αυτός θα ήταν αρκετός, ώστε να μη χωράνε ειρωνίες. Ένας θάνατος δεν είναι ούτε μελοδραματικός, ούτ' ανατριχιαστικός, ένας θάνατος είναι ένας θάνατος. Ένας θάνατος είναι όντως ολέθριος δίχως υπερβολή, τέτοια είναι η φύση του. Κι ένα θύμα παθητικού καπνίσματος - ακόμη κι ένα, αν υπάρχει - είναι όντως αθώο και όχι σχήμα λόγου. Προσωπικά δε βλέπω πουθενά την πλάκα, ο Τερζάκης ωστόσο είναι ο χωρατατζής των κηδειών, ο γραφικός μπάρμπας που σπάει τον πάγο με πικάντικες ιστορίες απ' τη ζωή του σχωρεμένου. Ο ίδιος φαντάζομαι ξεγελά εαυτόν ότι δεν είναι παντελώς ζώον και πως στόχος του δεν είναι καθαυτά τα θύματα (π' ούτως ή άλλως, κατά την επιστημονική του αυθεντία, είτε δεν υπάρχουν, είτε δεν υπάρχουν αρκετά) μα π.χ. οι ασφαλιστικοί κολοσσοί. Μ' αυταπατάται ο έρμος : μια χαρά εκμεταλλεύεται, για χάρη της ρητορικής του, ανθρώπους
πραγματικούς, ανθρώπους με διόλου ιδεατά συμπτώματα καθώς παλεύει φτηνά ειρωνευόμενος να επιτύχει τους σκοπούς του. Ακόμα κι αν ο τσιγαρόβηχας ήταν το μοναδικό σύμπτωμα, ακόμα και τότε ο Τερζάκης είναι οφσάιντ. Η επιχειρηματολογία του, οσοδήποτε ισχυρή (που δεν είναι, αλλά λέμε), σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνει την πιθανότητα να υπάρχουν έστω κάποια θύματα. Μάλλον, θα πρέπει η μάζα των νεκρών να ξεπεράσει κάποιο κρίσιμο όριο, ώστε να βαρύνει αισθητά στην τερζάκεια συνείδηση. Τι να μας κλάσουν, τώρα, πέντε-δέκα νοματαίοι;

Η μαλακία παίρνει σιγά-σιγά το πάνω χέρι, καθώς ως τώρα την πάλευε ακόμη με τις ισορροπίες :

« Δεν χρειάζεται να μπω εδώ στη συζήτηση αναφορικά με την εγκυρότητα των λόγων τής θεσμοποιημένης ιατρικής: κανένας στοιχειωδώς ενήμερος δεν αγνοεί ποιοι χρηματοδοτούν την ιατρική έρευνα στις ημέρες μας κι ελέγχουν με αναρίθμητους τρόπους τις επιστημονικές εργασίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. »

Λες κι η ιατρική έρευνα είναι μονάχα μία κι όχι ένα κυκεώνας σχέσεων, όπως κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, όπου πολλά φρούτα μπορούν κι ευδοκιμούν, άλλα δηλητηριώδη κι άλλα γεμάτα χυμούς και βιταμίνες! Αλλά, φυσικά, δεν αγνοεί κανείς ούτε και την ανάποδη, ποιοι θα μπορούσαν δηλαδή να χρηματοδοτούνε κι εκείνες τις άλλες έρευνες, αυτές π' αρέσουν στον Τερζάκη. Αυτού του είδους η συνωμοτική επιχειρηματολογία και το κλείσιμο του ματιού έχει για τον αξιοπρεπή διάλογο την ίδια χρησιμότητα με την καπότα : είναι εντελώς για τον πούτσο. Δεν οδηγεί πουθενά, δεν αποκαλύπτει τίποτα απολύτως κι όλοι αισθάνονται νικητές και το ίδιο (πολύ) έξυπνοι. Από την άλλη υπάρχει ένα αντιδιαμετρικό ήθος το οποίο θεωρεί εύλογο, συνετό και θεμιτό ν' απέχει κανείς συνειδητά και δίχως μένος από οποιαδήποτε δραστηριότητα, η οποία έστω και καθ' υποψία μπορεί να στέκεται βλαβερή για το συνάνθρωπό του, ασχέτως πόσο οριστικοποιημένη είναι η ιατρική έρευνα ή όχι. Αντίς δηλαδή να κοπανιέται στα πατώματα σα κακομαθημένο πεντάχρονο. Και συνεχίζει ο τρικυμισμένος νους :

« Και αν δεχθούμε ότι το ενεργητικό κάπνισμα ενέχεται όντως, ας πούμε, στην αύξηση καρδιοπαθειών και καρκίνων, πώς μπορεί να διευκρινιστεί τί ποσοστό βλάβης είναι απευθείας συνέπεια του καπνίσματος ... και τί ποσοστό οφείλεται σε παράλληλους επιβαρυντικούςπαράγοντες – ατμοσφαιρική ρύπανση, νόθευση ή μόλυνση της τροφικής αλυσίδας και των υδάτινων πόρων, υπερκατανάλωση χημικών, πυρηνικά απόβλητα, κοκ.

Το «πώς» αυτό ακριβώς είναι υπόθεση εργασίας της ερευνητικής, σε κάθε περίπτωση, επιστήμης. Άραγε έχει διαβάσει ποτέ στη ζωή του ο Τερζάκης, έστω ένα άρθρο στο Nature ή στο Science, να δει πώς ο ερευνητής παλεύει να παραμετροποιήσει και να ποσοτικοποιήσει τα δεδομένα του προβλήματος, γνωρίζοντας ήδη εκ των προτέρων τα μειονεκτήματα κάθε προσέγγισης και τα οποία οφείλει, φυσικά, να περιλάβει στα πορίσματά του; Έχει την παραμικρή ιδεά από επιστημονική μέθοδο ή πιάνει να γράφει έτσι του κώλου, ό,τι του φαίνεται γοητευτικό στην παραμυθολογία του; Μια σωστά δομημένη έρευνα, λοιπόν, αναγνωρίζει πως σε καμία περίπτωση δε μπορεί να είναι πλήρης, είτε με την ποιοτική, είτε με την ποσοτική έννοια, μπορεί ωστόσο να είναι συνεπής και τίμια στην προσέγγισή της. Προκαλώντας, φυσικά, και προσδοκώντας κάποτε τη διασταύρωση, την ενίσχυση ή την απόρριψή των πορισμάτων από άλλες ανεξάρτητες ερευνητικές ομάδες, ανά τον κόσμο. Μ' άλλα λόγια όλες οι έρευνες είναι ευεπίφορες στα ίδια μειονεκτήματα και σε καμία περίπτωση δεν οι «αριστερές» εγκυρότερες απ' τις αντιδιαμετρικές τους. Γράφει ακόμη :

« Καμία «έρευνα» δεν μπορεί να τα μετρήσει αυτά – κι αν μπορούσε, κανένας δεν θα την χρηματοδοτούσε »

όταν στην πραγματικότητα το σωστό θα ήταν «καμία έρευνα δε μπορεί να τα μετρήσει ΟΛΑ αυτά», μπορεί ωστόσο να μετρήσει κάποια. Το αν κανείς θα χρηματοδοτούσε ή όχι ανάλογες έρευνες, θα μου επιτρέψετε να επισημάνω ότι στον γράφοντα πέφτει και το βάρος της απόδειξης, αν νομίζει δηλαδή πως κανείς δεν τις έχει ήδη χρηματοδοτήσει. Άνθρωποι που μιλούν με τέτοια ευάερα επιχειρήματα, σα να βρίσκονταν στο καφενείο, αν στριμωχτούν λιγάκι πιθανότατα θα παραδεχόντουσαν πως ίσως να 'χουν χρηματοδοτηθεί μερικές, παρά ολοσδιόλου. Κι αν πιεζόταν κι άλλο ίσως παραδεχόταν τις «μερικές» για «αρκετές» και πάει λέγοντας για καθεμία απ' τις πομφόλυγες της φλυαρίας του. Έτσι, για να μην πετάμε μπαρούφες δεξιά κι αριστερά, καταπώς βολεύει τον καθένα. Θα μου πείτε, έχω στοιχεία και μιλάω; έχω παραπομπές; έχω βιβλιογραφία; Κοιτάτε να σας πω. Εγώ κάθομαι δω στη γωνίτσα μου, κάθομαι μονάχος μου, δε με γνωρίζει και κανείς και γράφω για την πάρτη μου. Δε γίνομαι μαϊντανός στα κοινωνικά μέσα, ούτε με πληρώνουνε με το κομμάτι, δε γράφω βιβλία, δεν χρηματοδοτούμαι από κόμματα, δεν είμαι πνευματικός ταγός κανενός. Άμα χρειαστεί να γράψω ποτέ για ευρύτερο κοινό, τότε θα μάθετε πώς πρέπει να γράφει κανείς δομημένα άρθα κι όχι καζαμίες και μερομήνια. Δε χρειάζεται να είσαι γκουρού κι αλάνθαστος, χρειάζεται απλώς να έχεις ήθος και να 'σαι μετρημένος. Η παράγραφος κλείνει με το παραδοσιακό κλισέ και κρίμα την κουλτούρα του - μη χέσω :

« Η ενοχοποίηση του καπνίσματος είναι ένας εύκολος τρόπος να παροχετευθεί η ανησυχία των ανθρώπων σε ανώδυνους δρόμους, να μην σκεφτούμε όλα εκείνα που δεν πρέπει να σκεφτόμαστε. »

Τέλος πάντων, ετούτη η καραμέλα έχει γλειφτεί πια από τόσες γλώσσες ώστε ζήτημα είναι να της έχει μείνει η παραμικρή γεύση. Έχει απομείνει φράση κενή νοήματος, στο βαθμό που μπορεί κανείς να τη χρησιμοποιήσει οπουδήποτε και για οτιδήποτε. Η υιοθέτησή της στο έπακρο οδηγεί στον παραλογισμό : τελικά δεν έχει νόημα να μιλούμε για τίποτα, αφού τα μισά ζητήματα καταλήγουν να λειτουργούν αποπροσανατολιστικά ως προς τα υπόλοιπα μισά. Ό,τι να 'ναι, πραγματικά, όταν φυσικά τα ζητήματα θίγονται έξω από τα πλαίσια όπου συμβαίνουν, ασυνάρτητα από τα γεγονότα και τις εκάστοτε συγκυρίες.

Η επόμενη παράγραφος (τέταρτη στη σειρά) είναι ο κολοφώνας της ανοησίας και του λαϊκισμού, της ανύπαρκτης λογικής συνάρτησης και της κακής επιστήμης. Είναι από την πάστα εκείνη, με την οποία φτιάνονται τα περισσότερα hoaxes (κοινώς «ψευδείς ειδήσεις»), η μάστιγα δηλαδή της σύγχρονης αμπελοφιλοσοφίας. Αρκεί να διαβάσει κανείς «ανάμεσα» στα γράμματα. Το παθητικό κάπνισμα δεν είναι ένα ανοιχτό ερώτημα, μας λέει ο Τερζάκης ο οποίος είναι αυθεντία στα ιατρικά ζητήματα, παρά «βολικός μύθος». Δεν αναρωτιέται καν, όπως θ' άρμοζε σ' έναν τίμιο στοχαστή, είν' απολύτως βέβαιος! Όσο βέβαιος είναι δηλαδή ο κλανιάρης για την πατρότητα των προϊόντων του. Απλώς δεν υπάρχουν αξιόπιστα ευρήματα για «στατιστικά σημαντικές βλάβες» παραθέτει ο αρθρογράφος, όπου ο λόγος του και μόνο είναι σφραγίδα εγγύησης. Βέβαια ετούτες οι «στατιστικά σημαντικές βλάβες» δεν είναι ατάκα να την πάρει κανείς αψήφιστα, αλλά αναπόδραστης βαρύτητας, εφόσον αφήνει να υπονοηθούν απροσδιόριστης ευρύτητας περιθώρια για ένα σωρό άλλες βλάβες, στατιστικά ασήμαντες. Περίτεχνα και πονηρά, αποφεύγει να σταθεί στο σημείο ετούτο, ο κατά τ' άλλα ευαίσθητος κι ανθρωπιστής Τερζάκης. Μη ύπαρξη στατιστικά σημαντικής βλάβης δε σημαίνει σε καμία περίπτωση μηδενική βλάβη. Μη έχοντας μπροστά μας τα ερευνητικά συμπεράσματα, μπορούμε να εικάσουμε διάφορα: είτε πως οι σοβαρές βλάβες έχουν στατιστικά πολύ μικρή πιθανότητα (αλλά συμβαίνουν), είτε πως τα στατιστικά στοιχεία είναι ανεπαρκή ώστε ν' αντλήσουμε σαφή συμπεράσματα, είτε ακόμα κι αυτό που πραναφέραμε : βλάβες δηλαδή στατιστικά λιγότερο σημαντικές, μα υπαρκτές παρόλα αυτά. Μ' ακόμη κι αν είμαστε όσο χοντρόπετσοι χρειάζεται, ώστε ν' αγνοήσουμε εκείνη την ενοχλητική χούφτα των ανθρώπων που ψοφάνε 100% - κι όχι λιγότερο - νοθεύοντας τη στατιστική καθαρότητα των αποφάνσεων, τι συμβαίνει με την έστω ανεπιβεβαίωτη υποψία η βλάβη να είναι τελικά πραγματική κι ευρύτερη; Ποια είναι η ηθική μας θέση, η πολιτική μας στάση, ο κλήρος που πέφτει στην ευθύνη μας; Τι 'ναι καλύτερα τελικά; να λειτουργήσουμε ψύχραιμα και προληπτικά, από μέριμνα και φροντίδα, από νοιάξιμο βρε αδερφέ, ή να πεισμώνουμε σαν δυσκοίλιες γαϊδάρες, αρχινώντας τις κλωτσοπατινάδες και φορτώνοντας το προσωπικό μας γινάτι σε πολιτικούς κόκκορες ή τράγους;

Η παραφιλολογία του πιο φτηνού κιτρινισμού, του είδους που συναντά κανείς στις ιστοσελίδες του συρμού κι έχει γαμήσει το ειδησεογραφικό ήθος, συνεχίζει να δίνει ρεσιτάλ με γλιτσώδεις κοινοτοπίες του είδους «Εκείνοι που είναι σε θέση να ξέρουν», «Ένας εξαιρετικά έγκυρος και κοινωνικά ευαίσθητος γιατρός», «Ο Σουηδός τοξικολόγος τάδε» κι ο «αυστραλός επιστήμονας δείνα». Ο Τερζάκης που δεν έχει επιστημονικό ήθος, αλλά μόνο πολιτικό, άμα διαβάσει τη λέξη «φασισμός» σε μια φυλλάδα καυλώνει και το παίρνει τούτο για εγκυρότητα. Σα δεξιά ψωλή, καυλώνει με την αυθεντία - εκείνη φυσικά που συμφωνεί μαζί του - όπως το άμυαλο μαθητούδι κι ο αφελής χωριάτης χάσκουνε άμα δουν γραβάτα. Πιάνει δυο-τρία άτομα τα οποία έγραψαν κάτι, κάπου, κάποτε και σφίγγεται να μας πει κάτι σημαντικό. Δεν έχει πάρει πρέφα πως στην επιστήμη σημασία έχουν τα δίκτυα κι οι ερευνητικές ομάδες κι όχι ένας-που-έγραψε-ένα-άρθρο-κάποτε-στη-Guardian ή σ' ένα post-it κολλημένο στο ψυγείο. Κύρος έχει η επιστημονική κοινότητα και όχι μια-δυο προσωπικότητες με τεράστιο τσουτσούνι ή αβυσσαλέο κόλπο. Κύρος δεν έχει ο Αϊνστάιν γιατί το είπε ο Αϊνστάιν, παρά γιατί ο επιστημονικός κόσμος αναγνώρισε σ' αυτόν κάποιαν αξία. Ο Τερζάκης δεν έχει πάρει χαμπάρι από βραβευμένους επιστήμονες κι ερευνητές, οι οποίοι αποκαθηλώθηκαν εν μία νυκτί, γι' απάτη, αστοχία, παραλήψεις. Για επαναλήψεις πειραμάτων, ακυρώσεις και ανεξάρτητες διασταυρώσεις, για μετα-έρευνες, αναθεωρήσεις κι εκ νέου ερμηνείες. Στο μυαλό του είναι όλα τετελεσμένα και ξεκάθαρα, όπως ακριβώς και στο μυαλό ενός ακραιφνούς... φασίστα! Παραδοξότητες έτσι;! Μα φασίστας ο σούπερ αριστερός Τερζάκης; Μα πώς; Αν είναι δυνατόν! Σχήμα λόγου όμως, μην το δέσετε κι ούτε να με μηνύσετε γι' αυτό. Έτσι για να λέμε. Γιατί έτσι είναι η τίμια μεθοδολογία : επιβάλλει γι' αφετηρίες ερωτήματα κι όχι προτηγανισμένες απαντήσεις. Ο υπεύθυνος και πραγματικά ελεύθερος πολίτης (όχι τα κομματικά φασόν) ελάχιστες φορές είναι σε θέση ν' αποφασίσει μ' ασφάλεια και βεβαιότητα. Διαφορετικά ουδέποτε θα υπήρχαν ηθικά διλήμματα και η ζωή θα κυλούσε σα βανίλια υποβρύχιο στο κουταλάκι της. Δυστυχώς, η ζωή βρωμά και ζέχνει ηθικά διλήμματα. Στο τέλος της ημέρας καλούμαστε ν' αποφασίσουμε με στατιστικές αβεβαιότητες και μ' ελλιπή στοιχεία, κάνοντας χρήση μόνο του καθαρότερου γνώμονα, που δεν είναι μήτε ο τοξικολόγος Nilsson, μήτε οι πέντε ποσοστιαίες μονάδες, αλλά ο συνάνθρωπός μας, εκείνος ή εκείνη που κάθεται δίπλα μας στην καφετέρια, στέκεται μπροστά μας στην ουρά, κάθεται στο πίσω κάθισμα ή κοιμάται στο ίδιο σπίτι ή δωμάτιο μαζί μας. Τα υπόλοιπα, Τερζάκη, είν' άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε.

Μα το ρεσιτάλ ερμηνείας δεν έχει τελειώσει ακόμα. Ο χειμαρρώδης κι ανεξάντλητος αρθρογράφος μόλις τώρα φτάνει στο κρεσέντο του. Επειδή έχει διαβάσει και πέντε βιβλία σειρά έχει, τώρα, να μας τρίψει την κουλτούρα του στη μούρη. Μ' άλλα λόγια, ενώ ξεκινήσαμε από μια γαμημένη αντικαπνιστική εκστρατεία, φτάσαμε τώρα να μιλάμε γι' Αγκαμπέν και για Φουκώ, για εθνικοσοσιαλιστικό Ράιχ και στρατόπεδα συγκέντρωσης, για Raymond Aron και ινστιτούτα της Φραγκφούρτης κι ένα σωρό απίστευτα πράγματα να τα διαβάζει κανείς και να μαθαίνει, αρκεί να μην κάνει το λάθος να τα συνδέσει με το κάπνισμα και την τρικυμία που ταλανίζει τον τερζάκειο εγκέφαλο. Η χυδαιότητα του Τερζάκη έγκειται στην απροκάλυπτη ασέβεια κι αλαζόνεια προς τον αναγνώστη ή, τέλος πάντων, προς τον πάσα μη-Τερζάκη : δεν έχει νόημα να ξεκινήσεις καν να μιλάς, φιλαράκο, για το ζήτημα άμα δεν έχεις νωρίτερα διαβάσει Αγκαμπέν κι αν δε μιλάς με βιοπολιτικούς όρους και άλλα εμβριθή. Στην πραγματικότητα δε θέλει να σε πείσει για την άποψή του (π' ούτε ο ίδιος δεν τήνε ξέρει ακριβώς κι έχει από ώρα βγει εκτός θέματος), περισσότερο θέλει να σε κάνει να ντραπείς για τη δική σου. Το κάνει στην κατακλείδα ολοφάνερα :

« Τίποτα πιο αστόχαστο δεν υπάρχει από την κρυφή ικανοποίηση εκείνων που, μη καπνιστές οι ίδιοι, πιστεύουν ότι επιτέλους θ’ απαλλαγούν από μια περιττή ενόχληση »

όπου ταυτίζει την ανακούφιση κάποιων ανθρώπων με την αστοχασιά και μ' επιπολαιότητα. Δηλαδή, μόνο αν είσαι αστόχαστος αναστενάζεις μ' ευχαρίστηση που - το λιγότερο - δε θα βρωμάνε τα ρούχα σου τρεις μέρες τσιγαρίλα και δε θα τσούζουνε τα μάτια σου για το υπόλοιπο της μέρας. Μα να 'ταν απλά και μόνο τούτο! Στο μυαλό του Τερζάκη δεν είσαι απλά αστόχαστος, παρά είσαι συνένοχος της μεγαλύτερης πολιτικής συνομωσίας! Από το πουθενά, για έναν αναστεναγμό βρε αδελφέ, μία βαθιά ανάσα, βρίσκεσαι τώρα στο εδώλιο κατηγορούμενος κι από τον έναν ολοκληρωτισμό (του κεφαλαίου) βρίσκεσαι τώρα υπόλογος στον άλλο: τον ολοκληρωτισμό της ιδεολογικής καθαρότητας του κάθε νεκρόφιλου αριστερού. Γιατί στο μυαλό του Τερζάκη δε μπορούν να συμβαίνουν και τα δύο, δηλαδή ν' ανακουφίζεσαι δίχως να παραγνωρίζεις τις βιοπολιτικές στρατηγικές. Η παραδοξότητα ετούτη λύνεται πολύ εύκολα : αρκεί κανείς να παραδεχτεί την πολυσημία των ανθρώπινων κοινωνιών και σχέσεων, όπου παρεμφερή αποτελέσματα εκκινούν συχνά από εντελώς ανόμοιες αφετηρίες. Κι ως εκ τούτου, ξεκινώντας από την απαγόρευση του καπνίσματος κι ανηφορίζοντας τη διαδρομή αντίστροφα μπορεί άλλοτε να 'ρχόμαστε αντιμέτωποι με μια πραγματική μέριμνα δημόσιας υγείας, άλλοτε (κατ' εμέ το συνηθέστερο) με μια οικονομική αρπαχτή και στυγνό καπιταλιστικό ανταγωνισμό κι άλλοτε πάλι με την ολοκληρωτική δυστοπία που προφητεύει ο ινστρούχτορας της καρδιάς μας. Μα ποια 'ναι η αλήθεια, τέλος πάντων; Προσωπικά, θεωρώ πως κάθε εκδοχή διεκδικεί ερμηνευτικό μερίδιο, άλλη περισσότερο κι άλλη λιγότερο, αναλόγως του πλαισίου εντός του οποίου κουβεντιάζουμε : αν είναι παγκόσμιο επίπεδο, κρατικό επίπεδο ή το επίπεδο της καφετέριας που θα κάτσουμε να ρουφήξουμε μια τζούρα (καφέ).

Μα σ' ένα πράμα έχει δίκαιο ο Τερζάκης: η αντικαπνιστική εκστρατεία συνήθως εκφράζεται και διαδίδεται με όρους παράνοιας απ' τα διάφορα Ενημερωτικά Μέσα. Αυτό, ωστόσο, εξαντλείται ευτυχώς στα τηλεοπτικά εκράν και σπάνια απαντάται στην απλή καθημερινότητα των ανθρώπων, όπου συνήθως επικρατεί το χιούμορ κι οι εντάσεις μικρού βεληνεκούς. Τούτη, δηλαδή, η αντικαπνιστική παράνοια δεν είναι αντικαπνιστική εξαίρεση, είναι απλά ο τρόπος με τον οποίο εκφράζονται τα Μέσα για οτιδήποτε: το άσυλο, τις πορείες, τις καταλήψεις, το ελεύθερο κάμπινγκ, τους μικροπωλητές, τους πρόσφυγες, τους ομοφυλόφυλους, της καθαρίστριες, τους καλικάντζαρους και τους Πέρσες του Αρτάβαζου. Τα πάντα όλα γίνονται αντιληπτά μέσα σε καθεστώς πολεμικής παράνοιας, παρά σε καθεστώς διαλόγου, αποσαφήνισης και κατανόησης, ανοιχτού πνεύματος κι αποκλιμάκωσης. Έτσι, ο αντικαπνιστικός νόμος δε θα μπορούσε ν' αποτελεί εξαίρεση και ν' αναπτυχθεί μέσα σε διαφορετικό κλίμα. Τα υπόλοιπα ο Τερζάκης μοιάζει να τα 'χει μπερδεμένα.

Σ' επίπεδο πολιτικής διαχείρησης πολύ πιθανό ο Τερζάκης να δικαιώνεται σε διάφορους βαθμούς. Κι ωστόσο, πέρα από καπιταλισμούς και παγκοσμιοποιήσεις, ο περιορισμός των καπνιστών - ή μάλλον της δράσης τους - έχει και μια δεύτερη, παράλληλη και κρυστάλλινη ερμηνεία, μια μετάφραση που γίνεται ξεκάθαρη άμα παρατηρήσει κανείς τους ανθρώπους στην πεζή καθημερινότητα κι όχι στις δαιδαλώδεις πολιτικές διυλύσεις και σε κλίμακες διηπειρωτικές. Μια μετάφραση, την οποία αν δεν αναγνωρίσουμε και ξεμπροστιάσουμε, καταδικάζουμε εαυτούς να την αναπαράγουν εσαεί. Αν θέλει, λοιπόν, ο κάθε αναλυτής Τερζάκης να μάθει πώς νιώθουν οι παθητικοί καπνιστές, ας αφήσει τις ειρωνίες να μαζεύουνε σκόνη στ' οπλοστάσιό του κι ας κοπιάσει να ρωτήσει αυτούς τους ίδιους, δηλαδή εμάς. Ας ρωτήσει μάλιστα τους πλέον καλόβολους από εμάς κι ας αφήσει τους τοξικολόγους και τις αριστερές ιδεοληψίες του στην άκρη. Ας έρθει να ρωτήσει εμάς τους ίδιους για τις συνθήκες εκείνες τις οποίες είμασταν αναγκασμένοι να υποστούμε από γεννησημιού μας, μέσα στο ίδιο μας στο σπίτι, στο σαλόνι, στην κουζίνα, στη γραφική παλιά αυλή, στις χιλιοτραγουδισμένες εκδρομές με τα κεφτεδάκια ή γύρω απ' το χαρούμενο κυριακάτικο τραπέζι. Ας αφήσουμε ακόμη κι αυτό το θέμα της υγείας στην άκρη - ας πάει στο διάτανο - κι ας μιλήσουμε απλά για ποιότητας ζωής. Θέλει να μιλήσουμε για τις ατελείωτες ώρες ναυτίας στο οικογενειακό αυτοκίνητο; Θέλει να μιλήσουμε για τις ευχάριστες «οάσεις» δύσπνοιας μέσα στους χώρους της οικογενειακής καθημερινότητας, για όσους «τυχερούς» δεν είχαν δικό τους δωμάτιο; Θέλει να μιλήσουμε για την ασύλληπτη καταπίεση των αισθήσεων στις καφετέριες, τις ταβέρνες και τελικά σ' οποιονδήποτε από τους χώρους ήταν υποχρεωμένος να συχνάζει ο άνθρωπος εκείνος, που επέμενε να διατηρεί μια στοιχειώδη κοινωνικότητα και δεν είχε πάρει απόφαση να μονάσει; Θέλει να μιλήσουμε για τα φλέματα, τους ερεθισμούς και τις γλινιασμένες μελιτζάνες που 'βγαιναν απ' τη μύτη μας ή τα βλέφαρα που γέμιζαν καρφιά κι ανεβοκατέβαιναν ίδιες τσουγκράνες μέχρι να τ' απαλλάξει ο ελεήμων ύπνος; Θέλει να μιλήσουμε για όλες εκείνες τις στραβωμένες φάτσες, τις ειρωνίες ή την αδιαφορία τα οποία ήταν αναγκασμένος να υποστεί οποιοσδήποτε τολμούσε και με κάθε δισταγμό - αντί να ξεκινήσει καυγά - να παρακαλέσει το διπλανό στην καφετέρια να ξεφυσά πιο πέρα ή να κάνει λίγο κράτει; Ο ανεκδιήγητος καραγκιοζοπαίχτης που λέγεται Τερζάκης επιμένει να παραγνωρίζει την αφόρητη καταπίεση την οποία ανεχτήκαμε εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι για τη μισή σχεδόν ζωή μας ή για όλη. Για τούτη την προκατάληψη, την οποία έχει το θράσος να μεταμφιέζει με πολιτικές σερπαντίνες και να την καταλογίζει σε μας ως αστοχασιά - ή ό,τι άλλη ανοησία του υποβάλλει το πλεονάζον σπέρμα - θαρρώ έχω κάθε δικαίωμα να τον επικρίνω ασύστολα ως μέγιστο αυνάνα, καθώς ως κάθε αυνάνας κοιτάζει μόνο το πουλί του, είτε ως αλληγορία είτε κυριολεκτικά, άμα τον κολακεύει. Επιμένει να παραγνωρίζει τον «ολοκληρωτισμό» τον οποίο είχαν επιβάλει για δεκαετίες οι καπνιστές με τα τερτίπια τους, οι κακομαθημένοι ετούτοι πασάδες που δε σηκώναν μύγα στο τσιμπούκι τους. Επιμένει να παραγνωρίζει την αλητεία τύπου Κανέλλης, η οποία επικρατούσε σ' ολόκληρη την Ελλάδα κι η οποία (Κανέλλη) παρόλη την καλλιέργειά της, δεν καταλάβαινε ή δε γούσταρε να παραδεχτεί. Πως, δηλαδή, το λάθος της δεν ήταν ότι κάπνιζε όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, μα ο τρόπος που αρνούνταν να βάλει το πάθος της μία στιγμή στην άκρη απέναντι σε μιαν άλλη προτεραιότητα. Γιατί μπέρδευε τους ανθρώπους που την έβλεπαν από την τηλεόραση με τα λαμόγια που 'χε συνηθίσει να συναναστρέφεται στην τηλεόραση. Κι έτσι, συνέχιζε κι αυτή η αλλοπαρμένη, μίζερη ψυχή να διαδίδει με τον ίδιο τρόπο το συνηθισμένο νεοελληνικό ήθος του κάνω ό,τι θέλω, όπου θέλω και λογαριασμό δε δίνω. Μ' ακριβώς αυτό: ας δώσει επιτέλους κάποιος κι ένα λογαριασμό στον άλλο ή σε κάποιον! Ο αντικαπνιστικός νόμος δεν ξέρω αν ήρθε για να μείνει, παρόλα αυτά ήρθε σαν ήττα της κοινωνίας να διευθετήσει εαυτόν, εφόσον μια μερίδα των ανθρώπων αρνήθηκε επανειλημμένα να στοιχειοθετήσει ήθος και ν' αναλάβει ευθύνες απέναντι στους υπόλοιπους, τους οποίους κι είχε γραμμένους στις σκοτεινότερες κοιλότητες της ανθρώπινης ανατομίας. Κι είναι γνωστό πως εκεί που οι κοινωνίες αποτυγχάνουν, χώνεται σαν την ψωλή το κράτος κι οι μαφίες του.

Το γλέντι καλά κράτησε και δεν το λέω με κακία, το λέω με ανακούφιση κι ας εκτοξεύει κάθε βρωμύλος τις πολιτικές του ακαθαρσίες περί ανακούφισης. Τουλάχιστον έχω διαφορά απ' τον Τερζάκη: εγώ ανακουφίζομαι από κάτω μου, εκείνος ανακουφίζεται από πάνω μου. Ας κάνει καθείς ό,τι του καπνίσει αλλά, συγγνώμη, όχι όπου του καπνίσει. Ας κάτσει σπίτι του, στο μπαλκόνι του, στο πάρκο της γειτονιάς, ας χωρίσουν τα καταστήματα σε κατηγορίες, ποσώς μ' ενδιαφέρει τι θα κάνουν. Κανείς, τελικά, δεν απαγόρευσε στον άλλο να διαχειριστεί το σώμα του καταπώς γουστάρει. Όμως παραδόξως πώς, κανείς πια δε φτύνει όπου να 'ναι, όταν παλιότερα ο κόσμος ήταν γεμάτος πτυελοδοχεία. Μήπως κι η εξαφάνιση της ροχάλας ήταν συνέργεια των ασφαλιστικών και βιοπολιτική συνωμοσία του περασμένου αιώνα; Γιατί κανείς δεν αυνανίζεται όπου να 'ναι, δε χέζει όπου να 'ναι, δεν σνιφάρει κόκα όπου να 'ναι, δεν κλάνει όπου να 'ναι; Οι καπνιστές είχανε κι έχουνε πάρει ψηλά τον αμανέ, δυστυχώς, όχι υπό την αιγίδα κάποιου γνήσιου δικαιώματος μα περισσότερο εξαιτίας των απόλυτων αριθμών τους, οι οποίοι τους εξασφαλίζουν μεγάλη οικονομική δύναμη στην κοινωνία κι έτσι βρίσκουν το θράσος να χτυπούν και το χέρι στο τραπέζι, άμα λάχει. Η δύναμη, βεβαίως, ετούτη δεν προκύπτει απλά και μόνο απ' τις πωλήσεις της καπνοβιομηχανίας, μα επιπλέον απ' τις παράλληλες πωλήσεις των μπαρ, των καφενείων, της καφετέριας, της ταβέρνας, του μεζεδοπωλείου, της παμπ, του κλαμπ, του μπουζουξίδικου, των νυχτερινών κέντρων, των ψιλικατζίδικων και πάει λέγοντας. Δικαίωμά τους; Δικαίωμά τους. Αλλά μπροστά στην αμυδρή και μόνο υποψία να βλάπτουν τελικά τους συνανθρώπους τους
στ' αλήθεια, απέδειξαν και το αληθινό τους πρόσωπο, το πρόσωπο δηλαδή του κοινού πρεζάκια. Αντίς να κάμουνε κι ένα βήμα προς τα πίσω, ταπεινά, αναγνωρίζοντας το μπάτε σκύλοι αλέστε που απολάμβαναν τόσον καιρό, χυμάνε και να σε δαγκώσουν. Βρε άι και στο γερο-διάτανο! Κι εσείς και τα κακέκτυπα διανόησης τύπου Τερζάκη, που σου καταλογίζουν και πολιτικές ευθύνες, αν πεθυμήσεις να πάρεις μιαν ανάσα πίνοντας τον καφέ σου, όπως όλος ο κόσμος. Και όχι, αγαπητέ Τερζάκη: γονιός που δεν ξέρει πότε είναι η ώρα να καπνίσει και πότε είναι η ώρα να του κοπεί το χέρι έχει μεγάλο πρόβλημα (ψυχολογικό ή άλλο) και ναι, σ' ένα βαθμό κακοποιεί το παιδί του, όπως κακοποιηθήκαμε ένα σωρό παιδιά. Κι η κακοποίηση έχει τις διαβαθμίσεις της. Δεν ήταν κολάσιμο έγκλημα που τόσες δεκαετίες καπνίζαν δίπλα στην κούνια όσες μάνες, ήτανε κοινή άγνοια. Ούτε μας βιάσανε, ούτε μας αφήσανε ατάιστα, ούτε μας στέρησαν την αγάπη, αλλά κακοποίηση από αμέλεια ή ωχαδελφισμό ήταν, είτε σ' αρέσει να το χωνέψεις, είτε όχι. Μόνο η άγνοια, το πείσμα κι ανωριμότητα εμποδίζει τον καπνιστή που δεν μπορεί να κουλαντρίσει το συνήθειο του, απ' το να καταλάβει πόσο ζώον είναι. Ζώον, δηλαδή, με την έννοια την αληθινή κι όχι την υβριστική! Ζώον και όχι άνθρωπος, καθόσον δεν έχει τον παραμικρό έλεγχο πάνω στις έξεις και πάνω στις πράξεις του. Γιατ' είναι τόσο άρρωστος μέσα στον εθισμό του, ώστε δυσκολεύεται ν' αναγνωρίσει πού σταματά ο εαυτός του και που ξεκινά ο περιβάλλων χώρος.

Στην τελική, αν κάποιος το γράφει ωραία και δίχως Αγκαμπέν και μαλακίες είναι ο Νίκος Σαραντάκος κάπου στο ιστολόγιό του :

« Όσο υποκριτική και αν είναι η καθολική απαγόρευση του καπνίσματος, που είναι δηλαδή, είναι καταδικασμένη να πετύχει για έναν και απλό λόγο: είναι δίκαιη γιατί προστατεύει την υγεία και τη ζωή των ανθρώπων. Και ως τέτοια και μόνο, δεν μπορώ παρά να την υποστηρίξω, όσο και αν με ενοχλεί ως καπνιστή. Τα υπόλοιπα που διατυπώνονται ως κριτική, περί προστασίας των ασφαλιστικών εταιριών, των ταμείων, του κρατικού προϋπολογισμού για την υγεία, περί ουσιαστικής αδιαφορίας της πολιτείας για τη ζωή των ανθρώπων, είναι σωστά. Είναι σωστά όμως για μία άλλη συζήτηση και όχι για την απαγόρευση ή μη του καπνίσματος. »


Αυτά είχα να μου πω, λοιπόν, πάω τώρα να ρουφήξω καμιά τζούρα απ' το τσιμπούκι της ειρήνης. Αντιός, σας φιλώ κι ορεβουάρ. Για κατακλείδα ας πω και το τελευταίο τούτο: του κράτους μπορεί να μην του καίγεται καρφί για την υγεία σας, αλλά μη σκάτε, και ο Τερζάκης χεσμένους σας έχει κατά βάθος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου