Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Η αρθρογραφία της αθλιότητας και η αθλιότητα της αρθρογραφίας (Μέρος 4ο)

Για την αρθρογραφία του Ιωάννου Πρετεντέρη θα μπορούσε κανείς να γράψει τη διπλωματική του. Θυμάμαι, φοιτητής (και ολίγον μαλάκας) όντας, θαύμαζα το γραπτό του λόγο και μάλιστα ήταν απ' τους λίγους πολιτικούς αρθρογράφους που διάβαζα, κάθε που αγόραζα το ΒΗΜΑ της Κυριακής. Αυτά. Μέχρι που κάποτε τον είδα στην τηλεόραση. Αφού συνήλθα και ξεπλύθηκα από τη γλίτσα (ενν. των καυτών δακρύων), δεν ξανασχολήθηκα μαζί του, παρά μονάχα στο βαθμό που σατίριζαν τη συμπεριφορά του τρίτοι. Αλλά δεδομένου ότι η προσωπικότητά του διαχέεται σε πολλά επίπεδα της ζωής και της νόησης, δεν ήταν φαίνεται εύκολο να ξεφύγω από του λόγου του. Έκανα, βεβαίως, κι εγώ το μεγάλο λάθος να διαβάσω ξανά ΒΗΜΑ της Κυριακής, κάτι όμως που εξασκώ σε τακτά χρονικά διαστήματα, για την χαιρέκακη απόλαυση που μου προσφέρει να γελάω με την αθλιότητα μερικών άρθρων - καλλιεργώντας παράλληλα και την κριτική μου ικανότητα. Παρακάτω, θα μοιραστώ μαζί σας - με την συνήθη λακωνικότητα που ουδόλως με διακρίνει - την έκπληξή μου, όταν απολαμβάνοντας με σαρκαστική διάθεση ένα άρθρο απερίγραπτης δειλίας και ρηχότητας, συνειδητοποίησα a posteriori την ταυτότητα του γράφοντος. Πρόκειται για το άρθρο με τίτλο "Φωνάζεις την Πυροσβεστική!" που δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ της Κυριακής, της 4ης Μαρτίου του 2012, από τον αξιότιμο Κο Πρετεντέρη, ο οποίος επιπροσθέτως έχαιρε και ολοσέλιδου παρουσίας (προφανώς, το ταπεινό δίστηλο που τον φιλοξενούσε παλιότερα, ασφυκτιούσε από τον όγκο των νοημάτων και δρούσε περιοριστικά απέναντί τους).

Για να δούμε, λοιπόν, τι έχουμε εδώ. Φυσικά, ετούτο το ιστολόγιο δεν είναι πολιτικό, έτσι δεν πρόκειται να πλατειάσω γύρω απ' τον πολιτικό χαρακτήρα του κειμένου. Εδώ μας ενδιαφέρουν νοοτροπίες και τακτικές. Στο εν λόγω άρθρο, θα μας απασχολήσει μονάχα η νοοτροπία της υστερόβουλης δειλίας.

Αναρωτιέται, λοιπόν, ο αρθρογράφος του ΒΗΜΑτος και προβληματίζεται για τον αριθμό των κομμάτων, των "κινήσεων πολιτών" ή των "ομάδων προβληματισμού" που ξεπηδούν διαρκώς από εδώ κι από 'κει, και οι οποίες - κατά τη γνώμη του - πλασάρονται ως άλλο Άγιο Δισκοπότηρο. Αμέσως, η λεπτή ειρωνία δίνει τη θέση της σε μια βαθιά κατανόηση: "Η κοινωνία έχει φάει μια σφαλιάρα" γράφει "κι είναι απολύτως λογικό να αναρωτιέται, να διαλέγεται, να προβληματίζεται, να αναζητεί". Αλλά μας ξαναπαίρνει πίσω το γλυκό, αφ' ης στιγμής μας το δίνει: "Αρκεί όμως να ξέρουμε τι ψάχνουμε. Άρα, τι μας χρειάζεται". Καταλήγοντας στην πεφωτισμένη ετούτη παραβολή, η οποία αποτελεί και τον ακρογωνιαίο λίθο του άρθρου του:

"Διότι όταν το σπίτι σου πιάνει φωτιά φωνάζεις την Πυροσβεστική - όσα παράπονα κι αν έχεις από τη λειτουργία της... Δεν αρχίζεις να συζητείς το ενδεχόμενο να ιδρυθεί μια νέα υπηρεσία κατάσβεσης πυρκαγιών" κι όπως παρατηρεί παρακάτω "Ζούμε τη στιγμή της πυρκαγιάς".

Όμως, παρότι ξεψάχνισα φιλότιμα το άρθρο, απ' άκρου εις άκρον, δεν κατάφερα να ξεδιακρίνω την παραμικρή αναφορά, μιαν ελάχιστη παραπομπή, έστω μιαν υπόνοια βρε αδερφέ, περί τίνος στα κομμάτια πρόκειται και σε τι αναφέρεται ετούτη η "Πυροσβεστική". Κι ενώ, φυσικά, ο πονηρός αναγνώστης μπορεί να βάλει πολλά με το νού του, ο κουτοπόνηρος αρθρογράφος σφυρίζει αδιάφορα πίσω απ' το δάχτυλό του - το οποίο ενίοτε βυζαίνει κιόλας - με την ανυπομονησία του μικρού παιδιού που πέταξε μιαν εξυπνάδα και περιμένει απ' τους "μεγάλους" να το θωπεύσουν με θαυμασμό και χειροκρότημα. Αλλά, φυσικά, είμαι βέβαιος ότι δε διάβασα την Κενή Διαθήκη, ούτε καμία ποιητική συλλογή. Απ' όσο μου κόβει, διάβασα μια πολιτική εφημερίδα, διάβασα έναν πολιτικό αρθρογράφο, διάβασα μια πολιτική στήλη - επονομαζόμενη μάλιστα τάχα μου-τάχα μου "Εμπιστευτικά". Και για τους λόγους αυτούς, περίμενα να βρεθώ αντιμέτωπος μ' ένα επιχείρημα απτό, ένα επιχείρημα βασισμένο σε γεγονότα και αιτίες. Προσδοκούσα να παρακολουθήσω έναν αυστηρά συγκεκριμένο συλλογισμό. Περισσότερο από μιαν υπόθεση προσδοκούσα ένα εγχείρημα ερμηνείας της πραγματικότητας. Το εν λόγω άρθρο, δυστυχώς, δεν μας έκανε την τιμή. Αντι να διαφωτιστούμε από το φώς το αληθινό, τυφλωθήκαμε από σεληνιακές αντανακλάσεις. Τίποτα συγκεκριμένο, κοινές αερολογίες και ασκήσεις εντυπωσιασμού, οι οποίες ακόμη κι έτσι εξαντλήθηκαν στην φτήνια και την αταλαντοσύνη.

Αλλά να λοιπόν, μια μικρή ελπίδα εξιλέωσης αχνοφαίνεται λίγες γραμμές παρακάτω, όπου ο αρθρογράφος συνεχίζει διάπυρος: "Δυστυχώς, η κρίση δεν είναι γενική, ούτε απροσδιόριστη: έχει διεύθυνση και ονοματεπώνυμο. Δυστυχώς, για την κρίση υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες σε συγκεκριμένα πρόσωπα". Ασυναίσθητα, σχεδόν ενστικτωδώς, το μάτι εκτοξεύεται γραμμές μπροστά, αναζητεί ανέλπιδα αυτά ακριβώς που του ετάχθησαν: μια διεύθυνση, ένα ονοματεπώνυμο, μια ευθύνη, ένα πρόσωπο. Και βρίσκει, ναι: τη διεύθυνση jpretenderis@dolnet.gr, το ονοματεπώνυμο Ι.Κ.Πρετεντέρης και το πρόσωπο του προαναφερθέντος φάτσα-κάρτα, δίπλα στην επονομασία της στήλης. Όσο για ευθύνη: καμία απολύτως!

Και συνεχίζει ακάθεκτος:

"Αλλά η μεγαλύτερη απόπειρα εξαπάτησης του λαού είναι εκείνη που λέει ότι από την κρίση θα μας βγάλουν κάποιοι άλλοι, από κάπου αλλού, οι οποίοι ξέρουν κάποιον άλλο δρόμο". (Τι υπονοείται άραγε εδώ; η Αριστερά; η Κίνα; οι Εξωγήινοι;)

"Ή ότι οι ίδιοι ανίκανοι κι ανύπαρκτοι που μας βούλιαξαν θα μεταμορφωθούν σε Σωτήρες μόλις φορέσουν ένα καινούργιο κομματικό μανδύα". (Εδώ πάλι ποιοι; ο Σαμαράς; η Ντόρα; ο Καμμένος; οι "κωλοτούμπες" πχ. Βορίδης, Γεωργιάδης;)

"Ή ότι κάποιοι άγνωστοι ή παραγνωρισμένοι λεβέντες θα ξεπεταχτούν από το πουθενά για να οδηγήσουν τη χώρα στην ευημερία". (Τώρα τι άλλο; αναφέρεται σε όλους τους "μικρούς", τους "ανάξιους λόγου", που δεν χαίρουν της φιλοξενίας των τηλεοπτικών πάνελ; έμμεση αναφορά στο Λεβέντη;)

Λόγια σταράτα, που συναγωνίζονται σε ευθύτητα κι εκείνους ακόμη τους χρησμούς του Μαντείου. Κι ωστόσο, η κατάντια του άρθρου έγκειται σε αυτό ακριβώς: η γλοιώδης θρασυδειλία του λακέ που δε φοράει ο ίδιος κουκούλα, κουκουλώνει όμως τα λόγια του, όχι μόνο δεν καλλωπίζουν την καμπουριασμένη από τις υποκλίσεις σπονδυλική του στήλη, αλλά γιγαντώνουν την οργή που θα ξεσπάσει κάποτε στην καμπούρα ετούτη. Τα "καλοζυγισμένα" υπονοούμενα του Κου Πρετεντέρη καθιστούν τους στόχους του προφανέστερους απ' ότι αν απλά τους ανέφερε, με τα ονόματά τους ∙ τη δε δειλία του προφανέστατη. Πολύ περισσότερο, πετυχαίνει - φυσικά παρά τη θέλησή του - το ακριβώς αντίθετο από αυτό που επιδιώκει: αξιώνει και ισχυροποιεί ό,τι κατακρίνει, καθώς αγνοεί την ψυχολογία του κοινού νου. Όταν κανείς προσπαθεί να γκρεμοτσακίσει τον αντίπαλό του με "πουστιά", εκείνο που καταφέρνει να εντυπώσει τελικά στο κοινό του είναι περισσότερο η "πουστιά", παρά η πτώση. Για να μην προσθέσουμε σ' αυτό και μια μικρή δόση συμπάθειας προς τον "πληγέντα".

Οι νοηματικές αστοχίες, όμως, συνεχίζονται απανωτές, σαν το αλησμόνητο σχολικό φατούρο. Προς επίδειξιν γνώσεων και λοιπής καλλιέργειας, αλλά και - αστόχως - προς επίρρωσιν της θέσης του, ο αξιότιμος αρθρογράφος πετάει μία ακόμη κοτσάνα:

"Να μην κοροϊδεύουμε λοιπόν τον κόσμο - "όλα αρχίζουν κάτω από τον ουρανό" έλεγε ο Σεν-Ζιστ.

Ίσως, όμως, ξεχνάει ότι ο Σεν-Ζιστ ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της Γαλλικής Επανάστασης, καταφέρνοντας έτσι να σκάψει το λάκκο του με δύο τρόπους. Πρώτον, γιατί ο Σεν-Ζιστ ήταν μέλος μιας επαναστατικής κυβέρνησης και, δεύτερον, γιατί μαζί με το Ροβεσπιέρο ήταν από τους πρωτεργάτες της λεγόμενης περιόδου της Τρομοκρατίας, όπου συνέβησαν διάφορα όμορφα, τα οποία όμως δεν τιμούν κανέναν πολιτισμένο ομιλητή, ώστε να τα επικαλείται. Ποιο ακριβώς είναι το νόημα λοιπόν εκείνο, ποια η σοφία, που πρέπει να μεταλαμπαδευτεί στον "ακαλλιέργητο" αναγνώστη, από την παράθεση της συγκεκριμένης παραπομπής; Ότι ας πούμε ο Κος Πρετεντέρης διακατέχεται από επαναστατικές διαθέσεις; Η Πυροσβεστική του, όμως, άλλα υπονοεί: το σύστημα, την πεπατημένη, τα σίγουρα πράγματα - ακόμη κι αν υπολειτουργούν. Ή μήπως ότι αρχίζουν, βέβαια, όλα "κάτω από τον ουρανό", αρχίζουν όμως καλύτερα για όσους έχουν ακόμη τα κεφάλια τους ανάμεσα στους ώμους; Γιατί, χρησιμοποιώντας τα λόγια ενός θιασώτη της βίας, πολύ πιθανόν ο γράφοντας να θέλει να μας υποψιάσει σε πολύ βαθύτερα πιστεύω του. Αν συνδυαστεί, μάλιστα, το τελευταίο με τις συνήθεις μεθόδους "πυρόσβεσης" των κοινωνικών εντάσεων, τα πράγματα μοιάζουν να μπαίνουν στη θέση τους, με πολύ συνεπές νόημα. Μοναδική μας απορία: γιατί ο Κος Πρετεντέρης επέλεξε την Πυροσβεστική σαν παράδειγμα, αντί του πολύ ορθότερου "Αστυνομία". Θα γλίτωνε, μάλιστα, από πολύ κόπο να εξηγήσει διάφορα αυτονόητα.

Λίγο πριν κλείσει το άρθρο του - κι εμείς το δικό μας - γράφει τα παρακάτω:

"Η σωτηρία περνάει μόνο μέσα από το δημοκρατικό μας πολιτικό σύστημα, με τις διαδικασίες, τους θεσμούς και τα πρόσωπα που αναδεικνύουν αυτές οι διαδικασίες".

Φυσικά, κανείς δεν ισχυρίστηκε το αντίθετο. Εδώ το προφανές αναφέρεται για έναν και μόνο λόγο. Πρόκειται για ένα μισο-έξυπνο ρητορικό επιχείρημα, με στόχο να μας εξαναγκάσει την εξής παραδοχή: ότι κάθε παράδειγμα από τα πλείστα όσα προανέφερε ο αρθρογράφος αντιδιαστέλλεται με την "Πυροσβεστική" ως μη-δημοκρατικό ή αντι-δημοκρατικό, καθιστώντας έτσι την "Πυροσβεστική" του μονόδρομο. Κι έτσι αφήνουμε την ανάγνωση με την κλασική γεύση του λακέ στα χείλη, τη γεύση δηλαδή του "ναι μεν, αλλά" : ναι μεν δημοκρατία, αλλά με μία μοναδική επιλογή ∙ ναι μεν πλουραλισμός, αλλά με μία μοναδική γνώμη ∙ ναι μεν ελευθερία, αλλά με ένα μοναδικό "Χαίρε".

"Αλλά έως ότου γίνουν όλα αυτά, καλά που υπάρχει η Πυροσβεστική".

Η Πυροσβεστική αυτή που, μέχρι τέλους, δεν βρέθηκε κανείς με όρχεις κατάλληλους, ώστε να μας αποκαλύψει περί τίνος πρόκειται. Η Πυροσβεστική αυτή που μπορεί κάλιστα με την ανικανότητά της ν' ανάβει φωτιές, αντί να σβήνει. Η Πυροσβεστική αυτή, που γίνεται συχνά αντιληπτή να περιπολεί γύρω απ' την οικία του Δημάρχου, όταν η καλύβα της χήρας με τα ορφανά γίνεται παρανάλωμα του πυρός. Με τον κομψό αυτό τρόπο μας αποχαιρετά ο Κος Πρετεντέρης, δημιουργώντας μας έτσι την υποχρέωση να του αντιγυρίσουμε κι εμείς την ευχή: έως ότου, λοιπόν, εμφανιστεί κάτι άλλο που θα μας κάνει να γελάμε μέχρι δακρυών, καλά που υπάρχεις κι εσύ.