Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Η αρθρογραφία της αθλιότητας και η αθλιότητα της αρθρογραφίας (Μέρος 5ο)

Σήμερα λέω ν' ασχοληθώ μ' έναν άνθρωπο, που αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες απογοητεύσεις μου. Ιδιαίτερα, λίγο καιρό μετά την ανάγνωση του Logicomix. Μιλάω φυσικά για τον Απόστολο Δοξιάδη. Συγγραφέας και "παλιός" Μαθηματικός, έχαιρε του αμέριστου θαυμασμού και της ευγνωμοσύνης μου για την ανεπανάληπτη εμπειρία ανάγνωσης που μου προσέφερε, συνδυάζοντας με τρόπο εξαιρετικό δυο μεγάλες μου αγάπες: το κόμικ με το πνεύμα ή το πνεύμα με το κόμικ. Στη συνέχεια, είχα την ατυχία να τον απολαύσω σε μια συνέντευξη με την Έλλη Στάη - πέρσι, νωρίς το καλοκαίρι, πριν πιάσουν οι πολλές ζέστες - όπου έδωσε ρεσιτάλ αλαζονείας και ξερολίασης (σύμφωνα πάντα με τα δικά μου αισθητήρια). Όπου, ανεμίζοντας το λάβαρο του πνευματικού ανθρώπου, βγήκε να προτάξει τα συγγραφικά του στήθη σαν κυματοθραύστη στην παλίρροια του φτηνού λαϊκισμού, που - κατά τη γνώμη του - κατέκλυζε την ελληνική κοινωνία εκείνες τις ημέρες.

Ο ίδιος όμως αυτός άνθρωπος, που πολέμησε τότε με τόσην αυταπάρνηση κατά της φτήνιας και της ηθικής κατάπτωσης, άρχισε να εμφανίζει σιγά-σιγά, στο μεσοδιάστημα που μεσολάβησε έως τα σήμερα, σοβαρά στοιχεία λοιμώδους προσβολής από το μικρόβιο εκείνο ακριβώς που αγωνιζόταν να καταπολεμήσει: το λαϊκισμό της χειρότερης μορφής ∙ εκείνο δηλαδή το λαϊκισμό, ο οποίος εμφανίζεται με το προσωπείο της ακαδημαϊκής εγκυρότητας και της εμβρίθειας. Κράτησα ένα τελευταίο του άρθρο με τίτλο "Η 13η συνιστώσα", στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 3 Ιουνίου 2012, όπου λέει-λέει-λέει και τελικά δε λέει τίποτα. Θυμίζει οριακά τον τυπικό Πρετεντέρη, που παρουσίασα σε προηγούμενη ανάρτηση, κάτι βέβαια που δεν θα το ονόμαζες και τιμή. Δε θα μακρυγορήσω (ελπίζω) κι όπως το συνηθίζω δε θ' ασχοληθώ με την εγκυρότητα του πολιτικού μέρους, αλλά με την τακτική και το ήθος της δομής και της σύνταξης. Για να δούμε λοιπόν...

Ο λόγος για τον οποίο, μάλλον δεν πρόκειται να μακρυγορήσω, είναι γιατί το μισό δίστηλο του άρθρου του (ή μια στήλη, τέλος πάντων) αναλώνεται σε μια μικρή ανατομία του ΠΑΣΟΚ κι ένα σύντομο ιστορικό μιας περιόδου του. Κάτι παντελώς αδιάφορο, αφού το άρθρο δεν καταφέρνει να καταδείξει καμία ουσία, ωστόσο μέσα στην αερολογία του αποδεικνύει αν μη τι άλλο τη βαθιά εγκυκλοπαιδική γνώση του γράφοντος. Ο στόχος όμως του άρθρου, στη συνέχεια, είναι να μας πείσει ότι ένα μέρος (μικρό ή μεγάλο) του βαθέος ΠΑΣΟΚ, πέρασε ή και συνεχίζει ακόμα να μετακινείται, από το πράσινο κόμμα στο ροζ, δηλαδή στο ΣΥΡΙΖΑ. Παραθέτω και σχολιάζω τα αποσπάσματα, ένα ένα:

"Αυτό που έχει σημασία να σημειώσουμε τώρα είναι ότι το άλλο ΠΑΣΟΚ, το βαθύ, επιζεί. Απλώς έχει μετακομίσει: από την Ιπποκράτους στην Κουμουνδούρου. Αυτό άρχισε να συμβαίνει το χειμώνα, με την προσχώρηση στον ΣΥΡΙΖΑ αρκετών βουλευτών του ΠΑΣΟΚ προερχόμενων από αυτή την τάση, αλλά και - εξίσου σημαντικό - με τη μεταγραφή σημαντικών κομματικών στελεχών, αρκετών από το προσωπικό επιτελείο του Άκη Τσοχατζόπουλου".

Μη νομίζεις, καχύποπτε αναγνώστη, ότι προσπαθώ να σε αποπροσανατολίσω παρουσιάζοντας τα αποσπάσματα που με βολεύουν. Σε διαβεβαιώ και διασταύρωσέ το, αν το επιθυμείς (σου έδωσα τα στοιχεία της εφημερίδας νωρίτερα), ότι ο Κος Δοξιάδης ακολουθεί ακριβώς την ίδια τακτική με τον Κο Πρετεντέρη: αραδιάζει ένα σωρό παρατηρήσεις και μομφές, δίχως να παραθέσει ούτε ένα ονοματεπώνυμο - έστω το μικρό μονάχα. Να μην είμαι όμως άδικος, κάπου παρακάτω μας πετάει - σαν ξεροκόμματο στον πεινασμένο - το όνομα του Κου Αρσένη. Κανένα κέρδος, φυσικά, αφού για το συγκεκριμένο πρόσωπο είχε ήδη προηγηθεί ο απαραίτητος τηλεοπτικός ντόρος. Αλλά ποιοι είναι αυτοί οι "αρκετοί βουλευτές του ΠΑΣΟΚ" ή τα "σημαντικά κομματικά στελέχη", από τα οποία "αρκετά από το προσωπικό επιτελείο του Άκη", ουδέποτε πρόκειται να μάθουμε, τουλάχιστον αν περιορίσουμε την έρευνά μας στο κείμενο του επίμαχου αρθρογράφου.

"Αυτή ακριβώς η μετάγγιση ήταν που έκανε τον ΣΥΡΙΖΑ να ξεχωρίσει από τα άλλα κόμματα της Αριστεράς και να τετραπλασιάσει το ποσοστό του 2009, αφού, όπως αποδεικνύουν οι έρευνες, η συντριπτική πλειοψηφία των νέων ψηφοφόρων του ψήφιζαν ως τότε ΠΑΣΟΚ".

Μήπως κανείς από σας τόλμησε να αναρωτηθεί ποιες είναι οι έρευνες που το αποδεικνύουν αυτό; έστω μία; Μήπως κανείς από σας υπέκυψε στην αλαζονεία της περιέργειας: ποιο είναι το ακριβές ποσοστό εκείνο που συνιστά τη "συντριπτική πλειοψηφία των νέων ψηφοφόρων"; Μάλλον ο Κος Δοξιάδης, διατελώντας για πολύ καιρό με την ιδιότητα του συγγραφέως, άφησε άθελά του να ξεθωριάσει εντελώς εκείνη του μαθηματικού και της θετικής σκέψης, η οποία αγωνίζεται ανά πάσα στιγμή για την τεκμηρίωση του περιεχομένου της. Προσέξτε όμως, γιατί εδώ δε λαϊκίζω (παραδέχομαι όμως πως ειρωνεύομαι λιγάκι): εδώ δεν αμφισβητώ την αλήθεια ενός περιεχομένου που αγνοώ, αμφισβητώ την ποιότητα ενός αίολου συλλογισμού που μετεωρίζεται εν κενώ αέρος, δίχως στοιχεία, δίχως ερείσματα, δίχως την παραμικρή άκρη προς διασταύρωση.

Και συνεχίζει ακάθεκτος:

"Από τις 6 Μαΐου και μετά συνεχίζονται οι μετακομίσεις στελεχών και συνδικαλιστών του βαθέως ΠΑΣΟΚ, ατομικά και ομαδικά, για να προσελκυστούν περισσότεροι ψηφοφόροι".

Εδώ για πρώτη φορά πληροφορούμαστε και για συνδικαλιστές. Εξακολουθούμε όμως να τελούμε εν πλήρη αγνοία. Η άγνοια, παρ' όλα αυτά, όπως αποδεικνύεται καταφανώς απ' το συγκεκριμένο άρθρο, δεν αποτελεί και κανένα ανυπέρβλητο εμπόδιο σε όποιον θέλει να βουτήξει μια πένα (ή ένα πληκτρολόγιο) και ν' αρχίσει να γράφει ό,τι του κατέβει σε μια εφημερίδα σαν την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.

Και παρακάτω:

"Είναι τόσο πολλά τα στελέχη του βαθέος ΠΑΣΟΚ που μετακινήθηκαν πρόσφατα στον ΣΥΡΙΖΑ, που κατά κάποιον τρόπο αποτελούν μια ακόμη συνιστώσα του".

Όμως, ακόμα κι εδώ, λίγο πριν την ολοκλήρωση της αοριστολογίας, δεν έχουμε καταλάβει - κανείς και καθόλου - πόσο πολλά είναι τα στελέχη αυτά ∙ για να το καταλαβαίναμε θα έπρεπε πρώτα να μετρήσουμε τον αριθμό τους. Θα έπρεπε δηλαδή, ασκαρδαμυκτί και με το δείκτη τεταμένο, να σκύψουμε πάνω από το άρθρο του Κου Δοξιάδη και ν' αθροίσουμε μία-μία τις αράδες με τα ονοματεπώνυμα των "αναρίθμητων" μετακινηθέντων προς το ΣΥΡΙΖΑ. Δεν μπορείς όμως ν' αθροίσεις αυτό που δεν υπάρχει. Δεν ισχυρίζομαι βέβαια ότι τα άτομα αυτά είναι φανταστικά, καθότι όπως γνωρίζει - και πιθανότατα καλύτερα από μένα - ο αρθρογράφος, ακόμα και οι φανταστικοί αθροίζονται κανονικότατα. Ισχυρίζομαι όμως ότι τα στοιχεία που παραθέτει είναι κάτι περισσότερο κι από φανταστικά: είναι ανύπαρκτα. Ισχυρίζομαι ότι τελειώνοντας κανείς την ανάγνωση του άρθρου, δεν έχει κερδίσει το παραμικρό σε ουσία ή σε γνώση (έχει κερδίσει όμως μια μικρή απέχθεια προς τον αρθρογράφο). Δεν μας άνοιξαν τα μάτια, δεν καταλάβαμε ποιο ακριβώς είναι το κακό εκείνο που συντελέστηκε, από ποιους και σε ποιο βαθμό. Δεν καταλάβαμε, τελικά, για ποιο λόγο διαβάσαμε αυτό το άρθρο. Ισχυρίζομαι, όμως σε αντιδιαστολή, ότι αν είναι κάτι καταφανέστατα πραγματικό και όχι φανταστικό είναι ο λαϊκισμός της γραφής. Όταν σε προεκλογική, ειδικά, περίοδο προσπαθείς να προκαλέσεις με λόγο εντυπωσιασμού, με λόγο αστήρικτο, με λόγο που στερείται δυνατότητας διασταύρωσης, εφόσον στερείται στοιχείων, είσαι αν μη τι άλλο ευτελής και συμφεροντολόγος. Είσαι, επί του ευγενέστερου, περισσότερο συγγραφέας συνηθισμένος να πλάθεις κόσμους κι εντυπώσεις, παρά δημοσιογράφος πειθαρχημένος στην παρατήρηση, τη διασταύρωση και την καταγραφή. Το που γλείφει πολιτικά ο Κος Δοξιάδης μας είναι άγνωστο και παντελώς αδιάφορο. Η ποιότητα του άρθρου του, ωστόσο, γλείφει ολοφάνερα αβύσσους βαθύτερες κι από εκείνα του βαθέος ΠΑΣΟΚ.

Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Περί Πνευματωδών Δικαιωμάτων [Appendix A]

Κάποτε η κουβέντα ξεπερνάει τα πνευματικά δικαιώματα αυτά καθαυτά και αγγίζει εκείνο για το οποίο όλοι καίγονται: το παραδάκι. Ποιός το εισπράττει και με τι τρόπους το εισπράττει; Δε θα μπορούσα ν' αγνοήσω την πρόσφατη έρευνα της εκπομπής του Δημοσιογράφου Κ.Βαξεβάνη "Το Κουτί της Πανδώρας". Ιδού...

11 Απριλίου 2012 - 1ο Μέρος
"ΑΕΠΙ: Όταν μια ΑΕ εισπράττει στο όνομα των πνευματικών δικαιωμάτων"

23 Απριλίου 2012 - 2ο Μέρος
"ΑΕΠΙ: Μια ΑΕ με κρατικές υπερεξουσίες"

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟΝ [23/1/2017]

Θεός σχωρέσ' τα προηγούμενα. Νέος και συμπυκνωμένος σύνδεσμος ...

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Η αρθρογραφία της αθλιότητας και η αθλιότητα της αρθρογραφίας (Μέρος 4ο)

Για την αρθρογραφία του Ιωάννου Πρετεντέρη θα μπορούσε κανείς να γράψει τη διπλωματική του. Θυμάμαι, φοιτητής (και ολίγον μαλάκας) όντας, θαύμαζα το γραπτό του λόγο και μάλιστα ήταν απ' τους λίγους πολιτικούς αρθρογράφους που διάβαζα, κάθε που αγόραζα το ΒΗΜΑ της Κυριακής. Αυτά. Μέχρι που κάποτε τον είδα στην τηλεόραση. Αφού συνήλθα και ξεπλύθηκα από τη γλίτσα (ενν. των καυτών δακρύων), δεν ξανασχολήθηκα μαζί του, παρά μονάχα στο βαθμό που σατίριζαν τη συμπεριφορά του τρίτοι. Αλλά δεδομένου ότι η προσωπικότητά του διαχέεται σε πολλά επίπεδα της ζωής και της νόησης, δεν ήταν φαίνεται εύκολο να ξεφύγω από του λόγου του. Έκανα, βεβαίως, κι εγώ το μεγάλο λάθος να διαβάσω ξανά ΒΗΜΑ της Κυριακής, κάτι όμως που εξασκώ σε τακτά χρονικά διαστήματα, για την χαιρέκακη απόλαυση που μου προσφέρει να γελάω με την αθλιότητα μερικών άρθρων - καλλιεργώντας παράλληλα και την κριτική μου ικανότητα. Παρακάτω, θα μοιραστώ μαζί σας - με την συνήθη λακωνικότητα που ουδόλως με διακρίνει - την έκπληξή μου, όταν απολαμβάνοντας με σαρκαστική διάθεση ένα άρθρο απερίγραπτης δειλίας και ρηχότητας, συνειδητοποίησα a posteriori την ταυτότητα του γράφοντος. Πρόκειται για το άρθρο με τίτλο "Φωνάζεις την Πυροσβεστική!" που δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ της Κυριακής, της 4ης Μαρτίου του 2012, από τον αξιότιμο Κο Πρετεντέρη, ο οποίος επιπροσθέτως έχαιρε και ολοσέλιδου παρουσίας (προφανώς, το ταπεινό δίστηλο που τον φιλοξενούσε παλιότερα, ασφυκτιούσε από τον όγκο των νοημάτων και δρούσε περιοριστικά απέναντί τους).

Για να δούμε, λοιπόν, τι έχουμε εδώ. Φυσικά, ετούτο το ιστολόγιο δεν είναι πολιτικό, έτσι δεν πρόκειται να πλατειάσω γύρω απ' τον πολιτικό χαρακτήρα του κειμένου. Εδώ μας ενδιαφέρουν νοοτροπίες και τακτικές. Στο εν λόγω άρθρο, θα μας απασχολήσει μονάχα η νοοτροπία της υστερόβουλης δειλίας.

Αναρωτιέται, λοιπόν, ο αρθρογράφος του ΒΗΜΑτος και προβληματίζεται για τον αριθμό των κομμάτων, των "κινήσεων πολιτών" ή των "ομάδων προβληματισμού" που ξεπηδούν διαρκώς από εδώ κι από 'κει, και οι οποίες - κατά τη γνώμη του - πλασάρονται ως άλλο Άγιο Δισκοπότηρο. Αμέσως, η λεπτή ειρωνία δίνει τη θέση της σε μια βαθιά κατανόηση: "Η κοινωνία έχει φάει μια σφαλιάρα" γράφει "κι είναι απολύτως λογικό να αναρωτιέται, να διαλέγεται, να προβληματίζεται, να αναζητεί". Αλλά μας ξαναπαίρνει πίσω το γλυκό, αφ' ης στιγμής μας το δίνει: "Αρκεί όμως να ξέρουμε τι ψάχνουμε. Άρα, τι μας χρειάζεται". Καταλήγοντας στην πεφωτισμένη ετούτη παραβολή, η οποία αποτελεί και τον ακρογωνιαίο λίθο του άρθρου του:

"Διότι όταν το σπίτι σου πιάνει φωτιά φωνάζεις την Πυροσβεστική - όσα παράπονα κι αν έχεις από τη λειτουργία της... Δεν αρχίζεις να συζητείς το ενδεχόμενο να ιδρυθεί μια νέα υπηρεσία κατάσβεσης πυρκαγιών" κι όπως παρατηρεί παρακάτω "Ζούμε τη στιγμή της πυρκαγιάς".

Όμως, παρότι ξεψάχνισα φιλότιμα το άρθρο, απ' άκρου εις άκρον, δεν κατάφερα να ξεδιακρίνω την παραμικρή αναφορά, μιαν ελάχιστη παραπομπή, έστω μιαν υπόνοια βρε αδερφέ, περί τίνος στα κομμάτια πρόκειται και σε τι αναφέρεται ετούτη η "Πυροσβεστική". Κι ενώ, φυσικά, ο πονηρός αναγνώστης μπορεί να βάλει πολλά με το νού του, ο κουτοπόνηρος αρθρογράφος σφυρίζει αδιάφορα πίσω απ' το δάχτυλό του - το οποίο ενίοτε βυζαίνει κιόλας - με την ανυπομονησία του μικρού παιδιού που πέταξε μιαν εξυπνάδα και περιμένει απ' τους "μεγάλους" να το θωπεύσουν με θαυμασμό και χειροκρότημα. Αλλά, φυσικά, είμαι βέβαιος ότι δε διάβασα την Κενή Διαθήκη, ούτε καμία ποιητική συλλογή. Απ' όσο μου κόβει, διάβασα μια πολιτική εφημερίδα, διάβασα έναν πολιτικό αρθρογράφο, διάβασα μια πολιτική στήλη - επονομαζόμενη μάλιστα τάχα μου-τάχα μου "Εμπιστευτικά". Και για τους λόγους αυτούς, περίμενα να βρεθώ αντιμέτωπος μ' ένα επιχείρημα απτό, ένα επιχείρημα βασισμένο σε γεγονότα και αιτίες. Προσδοκούσα να παρακολουθήσω έναν αυστηρά συγκεκριμένο συλλογισμό. Περισσότερο από μιαν υπόθεση προσδοκούσα ένα εγχείρημα ερμηνείας της πραγματικότητας. Το εν λόγω άρθρο, δυστυχώς, δεν μας έκανε την τιμή. Αντι να διαφωτιστούμε από το φώς το αληθινό, τυφλωθήκαμε από σεληνιακές αντανακλάσεις. Τίποτα συγκεκριμένο, κοινές αερολογίες και ασκήσεις εντυπωσιασμού, οι οποίες ακόμη κι έτσι εξαντλήθηκαν στην φτήνια και την αταλαντοσύνη.

Αλλά να λοιπόν, μια μικρή ελπίδα εξιλέωσης αχνοφαίνεται λίγες γραμμές παρακάτω, όπου ο αρθρογράφος συνεχίζει διάπυρος: "Δυστυχώς, η κρίση δεν είναι γενική, ούτε απροσδιόριστη: έχει διεύθυνση και ονοματεπώνυμο. Δυστυχώς, για την κρίση υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες σε συγκεκριμένα πρόσωπα". Ασυναίσθητα, σχεδόν ενστικτωδώς, το μάτι εκτοξεύεται γραμμές μπροστά, αναζητεί ανέλπιδα αυτά ακριβώς που του ετάχθησαν: μια διεύθυνση, ένα ονοματεπώνυμο, μια ευθύνη, ένα πρόσωπο. Και βρίσκει, ναι: τη διεύθυνση jpretenderis@dolnet.gr, το ονοματεπώνυμο Ι.Κ.Πρετεντέρης και το πρόσωπο του προαναφερθέντος φάτσα-κάρτα, δίπλα στην επονομασία της στήλης. Όσο για ευθύνη: καμία απολύτως!

Και συνεχίζει ακάθεκτος:

"Αλλά η μεγαλύτερη απόπειρα εξαπάτησης του λαού είναι εκείνη που λέει ότι από την κρίση θα μας βγάλουν κάποιοι άλλοι, από κάπου αλλού, οι οποίοι ξέρουν κάποιον άλλο δρόμο". (Τι υπονοείται άραγε εδώ; η Αριστερά; η Κίνα; οι Εξωγήινοι;)

"Ή ότι οι ίδιοι ανίκανοι κι ανύπαρκτοι που μας βούλιαξαν θα μεταμορφωθούν σε Σωτήρες μόλις φορέσουν ένα καινούργιο κομματικό μανδύα". (Εδώ πάλι ποιοι; ο Σαμαράς; η Ντόρα; ο Καμμένος; οι "κωλοτούμπες" πχ. Βορίδης, Γεωργιάδης;)

"Ή ότι κάποιοι άγνωστοι ή παραγνωρισμένοι λεβέντες θα ξεπεταχτούν από το πουθενά για να οδηγήσουν τη χώρα στην ευημερία". (Τώρα τι άλλο; αναφέρεται σε όλους τους "μικρούς", τους "ανάξιους λόγου", που δεν χαίρουν της φιλοξενίας των τηλεοπτικών πάνελ; έμμεση αναφορά στο Λεβέντη;)

Λόγια σταράτα, που συναγωνίζονται σε ευθύτητα κι εκείνους ακόμη τους χρησμούς του Μαντείου. Κι ωστόσο, η κατάντια του άρθρου έγκειται σε αυτό ακριβώς: η γλοιώδης θρασυδειλία του λακέ που δε φοράει ο ίδιος κουκούλα, κουκουλώνει όμως τα λόγια του, όχι μόνο δεν καλλωπίζουν την καμπουριασμένη από τις υποκλίσεις σπονδυλική του στήλη, αλλά γιγαντώνουν την οργή που θα ξεσπάσει κάποτε στην καμπούρα ετούτη. Τα "καλοζυγισμένα" υπονοούμενα του Κου Πρετεντέρη καθιστούν τους στόχους του προφανέστερους απ' ότι αν απλά τους ανέφερε, με τα ονόματά τους ∙ τη δε δειλία του προφανέστατη. Πολύ περισσότερο, πετυχαίνει - φυσικά παρά τη θέλησή του - το ακριβώς αντίθετο από αυτό που επιδιώκει: αξιώνει και ισχυροποιεί ό,τι κατακρίνει, καθώς αγνοεί την ψυχολογία του κοινού νου. Όταν κανείς προσπαθεί να γκρεμοτσακίσει τον αντίπαλό του με "πουστιά", εκείνο που καταφέρνει να εντυπώσει τελικά στο κοινό του είναι περισσότερο η "πουστιά", παρά η πτώση. Για να μην προσθέσουμε σ' αυτό και μια μικρή δόση συμπάθειας προς τον "πληγέντα".

Οι νοηματικές αστοχίες, όμως, συνεχίζονται απανωτές, σαν το αλησμόνητο σχολικό φατούρο. Προς επίδειξιν γνώσεων και λοιπής καλλιέργειας, αλλά και - αστόχως - προς επίρρωσιν της θέσης του, ο αξιότιμος αρθρογράφος πετάει μία ακόμη κοτσάνα:

"Να μην κοροϊδεύουμε λοιπόν τον κόσμο - "όλα αρχίζουν κάτω από τον ουρανό" έλεγε ο Σεν-Ζιστ.

Ίσως, όμως, ξεχνάει ότι ο Σεν-Ζιστ ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της Γαλλικής Επανάστασης, καταφέρνοντας έτσι να σκάψει το λάκκο του με δύο τρόπους. Πρώτον, γιατί ο Σεν-Ζιστ ήταν μέλος μιας επαναστατικής κυβέρνησης και, δεύτερον, γιατί μαζί με το Ροβεσπιέρο ήταν από τους πρωτεργάτες της λεγόμενης περιόδου της Τρομοκρατίας, όπου συνέβησαν διάφορα όμορφα, τα οποία όμως δεν τιμούν κανέναν πολιτισμένο ομιλητή, ώστε να τα επικαλείται. Ποιο ακριβώς είναι το νόημα λοιπόν εκείνο, ποια η σοφία, που πρέπει να μεταλαμπαδευτεί στον "ακαλλιέργητο" αναγνώστη, από την παράθεση της συγκεκριμένης παραπομπής; Ότι ας πούμε ο Κος Πρετεντέρης διακατέχεται από επαναστατικές διαθέσεις; Η Πυροσβεστική του, όμως, άλλα υπονοεί: το σύστημα, την πεπατημένη, τα σίγουρα πράγματα - ακόμη κι αν υπολειτουργούν. Ή μήπως ότι αρχίζουν, βέβαια, όλα "κάτω από τον ουρανό", αρχίζουν όμως καλύτερα για όσους έχουν ακόμη τα κεφάλια τους ανάμεσα στους ώμους; Γιατί, χρησιμοποιώντας τα λόγια ενός θιασώτη της βίας, πολύ πιθανόν ο γράφοντας να θέλει να μας υποψιάσει σε πολύ βαθύτερα πιστεύω του. Αν συνδυαστεί, μάλιστα, το τελευταίο με τις συνήθεις μεθόδους "πυρόσβεσης" των κοινωνικών εντάσεων, τα πράγματα μοιάζουν να μπαίνουν στη θέση τους, με πολύ συνεπές νόημα. Μοναδική μας απορία: γιατί ο Κος Πρετεντέρης επέλεξε την Πυροσβεστική σαν παράδειγμα, αντί του πολύ ορθότερου "Αστυνομία". Θα γλίτωνε, μάλιστα, από πολύ κόπο να εξηγήσει διάφορα αυτονόητα.

Λίγο πριν κλείσει το άρθρο του - κι εμείς το δικό μας - γράφει τα παρακάτω:

"Η σωτηρία περνάει μόνο μέσα από το δημοκρατικό μας πολιτικό σύστημα, με τις διαδικασίες, τους θεσμούς και τα πρόσωπα που αναδεικνύουν αυτές οι διαδικασίες".

Φυσικά, κανείς δεν ισχυρίστηκε το αντίθετο. Εδώ το προφανές αναφέρεται για έναν και μόνο λόγο. Πρόκειται για ένα μισο-έξυπνο ρητορικό επιχείρημα, με στόχο να μας εξαναγκάσει την εξής παραδοχή: ότι κάθε παράδειγμα από τα πλείστα όσα προανέφερε ο αρθρογράφος αντιδιαστέλλεται με την "Πυροσβεστική" ως μη-δημοκρατικό ή αντι-δημοκρατικό, καθιστώντας έτσι την "Πυροσβεστική" του μονόδρομο. Κι έτσι αφήνουμε την ανάγνωση με την κλασική γεύση του λακέ στα χείλη, τη γεύση δηλαδή του "ναι μεν, αλλά" : ναι μεν δημοκρατία, αλλά με μία μοναδική επιλογή ∙ ναι μεν πλουραλισμός, αλλά με μία μοναδική γνώμη ∙ ναι μεν ελευθερία, αλλά με ένα μοναδικό "Χαίρε".

"Αλλά έως ότου γίνουν όλα αυτά, καλά που υπάρχει η Πυροσβεστική".

Η Πυροσβεστική αυτή που, μέχρι τέλους, δεν βρέθηκε κανείς με όρχεις κατάλληλους, ώστε να μας αποκαλύψει περί τίνος πρόκειται. Η Πυροσβεστική αυτή που μπορεί κάλιστα με την ανικανότητά της ν' ανάβει φωτιές, αντί να σβήνει. Η Πυροσβεστική αυτή, που γίνεται συχνά αντιληπτή να περιπολεί γύρω απ' την οικία του Δημάρχου, όταν η καλύβα της χήρας με τα ορφανά γίνεται παρανάλωμα του πυρός. Με τον κομψό αυτό τρόπο μας αποχαιρετά ο Κος Πρετεντέρης, δημιουργώντας μας έτσι την υποχρέωση να του αντιγυρίσουμε κι εμείς την ευχή: έως ότου, λοιπόν, εμφανιστεί κάτι άλλο που θα μας κάνει να γελάμε μέχρι δακρυών, καλά που υπάρχεις κι εσύ.